Ανοικτή προστατεκτομή

Τι είναι η ανοικτή προστατεκτομή;

Είναι ανοικτή χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία αφαιρείται το τμήμα του προστάτη που προκαλεί απόφραξη στην ούρηση. Η επέμβαση γίνεται μέσω χειρουργικής τομής στην κοιλιά.

Πότε γίνεται η ανοικτή προστατεκτομή;

Η επέμβαση αυτή γίνεται για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων που προκαλεί η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη. Αποτελεί θεραπευτική επιλογή στους ασθενείς

  • που δεν βελτιώνονται με την λήψη φαρμάκων
  • που υπέστησαν επίσχεση ούρων πάνω από μία φορές (επίσχεση ούρων= πλήρης αδυναμία ούρησης)
  • με ακράτεια ούρων λόγω υπερπλήρωσης της ουροδόχου κύστης με ούρα
  • με επαναλαμβανόμενες ουρολοιμώξεις
  • με παρουσία λίθων στην ουροδόχο κύστη ή εκκολπωμάτων
  • με παρουσία αίματος στα ούρα εξαιτίας του μεγέθους του προστάτη που δεν θεραπεύεται με φάρμακα
  • που παρουσιάζουν διάταση στους νεφρούς η οποία οφείλεται σε  μεγάλο υπόλειμμα ούρων, με επηρεασμό ή μη της νεφρικής λειτουργίας

Συνήθως η ανοικτή προστατεκτομή γίνεται όταν το μέγεθος του προστάτη είναι πολύ μεγάλο (μεγαλύτερο από 80 κ εκ. ) και δεν μπορεί να γίνει διουρηθρικά.

Τι προετοιμασία χρειάζεται;

Κατά την εισαγωγή σας στο νοσηλευτικό ίδρυμα θα πραγματοποιηθούν εξετάσεις αίματος, ακτινογραφία θώρακος και καρδιογράφημα. Αν παίρνεται κάποια αντιπηκτικά φάρμακα θα πρέπει να ενημερώσετε τον γιατρό σας. Θα σας δοθούν οδηγίες για την διακοπή τους κάποιες μέρες πριν την επέμβαση και αν χρειαστεί για την αντικατάσταση τους από ενέσεις ηπαρίνης χαμηλού μοριακού βάρους.

Τι γίνεται κατά τη διάρκεια της επέμβασης;

Η επέμβαση γίνεται είτε με γενική αναισθησία και θα κοιμάστε καθ’ όλη τη διάρκεια της επέμβασης, είτε με ραχιαία αναισθησία όπου θα είστε ξύπνιος κατά την επέμβαση αλλά δεν θα νοιώθετε πόνο από τη μέση και κάτω. Η επέμβαση συνήθως διαρκεί 45 με 60 λεπτά. Μέσω μίας τομής στην κοιλιά κάτω από τον ομφαλό παρασκευάζεται και αφαιρείται το τμήμα του προστάτη αδένα που είναι υπερπλαστικό και δημιουργεί την απόφραξη στην ούρηση. Υπάρχουν δύο μέθοδοι ανοικτής προστατεκτομής με ίδια αποτελέσματα. Η διαφορά τους είναι ότι στην μία η αφαίρεση του προστάτη γίνεται μέσα από την ουροδόχο κύστη, ενώ στη δεύτερη απευθείας μέσω τομής που γίνεται πάνω στον προστάτη. Στο τέλος του χειρουργείου τοποθετείται ένας καθετήρας στην ουροδόχο κύστη μέσω της ουρήθρας. Ο καθετήρας της κύστης αφαιρείται την 6η με 8η μετεγχειρητική μέρα. Ο μέσος χρόνος νοσηλείας είναι συνήθως μεταξύ 7 και 10 ημερών. Τα ράμματα από την τομή του δέρματος θα πρέπει να αφαιρεθούν μεταξύ της 7η και 10ης μετεγχειρητικής ημέρας.

Μετά την επέμβαση

Παίρνοντας εξιτήριο θα λάβετε οδηγίες:

  • Αν παίρνατε αντιπηκτικά για το πότε είναι ασφαλές να τα ξεκινήσετε ξανά.
  • Για το πότε μπορείτε να ξεκινήσετε έντονη σωματική δραστηριότητα και να επιστρέψετε στην εργασία σας
  • Για την αντιβίωση που θα λάβετε μετεγχειρητικά

Θα πρέπει να γνωρίζετε ότι τα ούρα θε έχουν ροζ χρώμα για το επόμενο χρονικό διάστημα. Θα πρέπει να πίνετε αρκετά υγρά. Επίσης υπάρχει πιθανότητα να έχετε συχνουρία και επιτακτική ούρηση. Τα συμπτώματα αυτά θα υποχωρήσουν σταδιακά.

Ποιες οι επιπτώσεις της επέμβασης στη ζωή του ασθενή;

Η πλειοψηφία των ασθενών δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα μετά την επέμβαση. Η αφαίρεση του προστάτη συνήθως δεν επηρεάζει τη σεξουαλική σας ζωή με την προϋπόθεση ότι η στυτική λειτουργία ήταν φυσιολογική πριν το χειρουργείο. Σεξουαλικές δραστηριότητες μπορείτε να ξεκινήσετε μόλις αισθανθείτε άνετα και συνήθως αυτό γίνεται 3 με 4 εβδομάδες μετά το χειρουργείο. Στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν θα μπορείτε να βγάζετε σπέρμα κατά τον οργασμό επειδή με την εκτομή του προστάτη το σπέρμα παλινδρομεί στην ουροδόχο κύστη και αποβάλλεται με τα ούρα. Αυτό θα πρέπει να το γνωρίζουν ασθενείς οι οποίοι θα ήθελαν να τεκνοποιήσουν μελλοντικά.

Είναι σημαντική η πιθανότητα να αισθάνεστε έντονη επιθυμία για ούρηση και συχνοουρία και σε μερικές περιπτώσεις ακράτεια των ούρων που μπορεί να χρειαστεί μέχρι και 3 μήνες για να βελτιωθούν.

Τέλος είναι σημαντικό να αναζητήσετε το ιστολογικό αποτέλεσμα του χειρουργείου καθώς υπάρχει η πιθανότητα αν ανευρεθεί καρκίνος στον προστάτη που δεν μπορούσε να διαγνωσθεί προεγχειρητικά να χρειαστεί περαιτέρω θεραπεία.