Πως γίνεται η διάγνωση της ακράτειας;

Μη δημοσιευμένο

Η διάγνωση του προβλήματος θα ξεκινήσει με τη λήψη του ιατρικού ιστορικού.
Το είδος των ενοχλημάτων και της ακράτειας, το πόσο σοβαρά είναι, ο χρόνος εμφάνισής τους και η συχνότητά τους στη διάρκεια του 24ωρου είναι βασικά στοιχεία για τα οποία θα ερωτηθείτε από το γιατρό σας. Για την καλύτερη εικόνα του προβλήματος στην καθημερινότητα σας, ο γιατρός σας μπορεί να σας ζητήσει να συμπληρώσετε και ειδικά ερωτηματολόγια, όπως επίσης και ένα ημερολόγιο ούρησης, όπου θα καταγράψετε πόσα υγρά πίνετε και πόσα ούρα αποβάλλετε για 3 συνεχόμενες ημέρες.
Ακολουθεί η κλινική εξέταση που περιλαμβάνει τη γυναικολογική εξέταση στις γυναίκες και τη δακτυλική εξέταση του προστάτη στους άνδρες, καθώς και αδρή νευρολογική εκτίμηση.
Μετά την εξέταση ο γιατρός μπορεί να σας ζητήσει γενική και καλλιέργεια ούρων, και ίσως κάποιες εξετάσεις αίματος.
Συχνά ο έλεγχος συμπληρώνεται με υπερηχογράφημα των νεφρών, της ουροδόχου κύστης, και των γεννητικών οργάνων. Σε κάποιες περιπτώσεις γίνεται μια ενδοσκοπική εξέταση, η κυστεοσκόπηση, όπου με ειδικό εργαλείο με μια μικρή κάμερα στην άκρη, βλέπουμε μέσα την ουρήθρα και την κύστη. Τέλος, σε ειδικές περιπτώσεις χρησιμοποιείται και ακτινολογικός έλεγχος, όπως  η κυστεο-ουρηθρογραφία και η αξονική τομογραφία.
 
Τι είναι ο Ουροδυναμικός έλεγχος;
Η πιο εξειδικευμένη εξέταση για την ακράτεια είναι ο Ουροδυναμικός έλεγχος. Είναι μια εξέταση που έχει σαν στόχο να μελετήσει με ακρίβεια τη λειτουργία της κύστης και της ουρήθρας προσομοιάζοντας τη διαδικασία γεμίσματος και αδειάσματος της ουροδόχου κύστης. Γίνεται με τη βοήθεια ειδικού μηχανήματος και με την τοποθέτηση ειδικού καθετήρα στη κύστη που μετράει τις πιέσεις μέσα στη κύστη και την ουρήθρα. Η πιο συχνή και βασική όμως εξέταση είναι η ούρο-ροομετρία, όπου ο ασθενής ουρεί μέσα σε ειδικό μηχάνημα που μετράει την ροή και την ποσότητα των ούρων που ουρείτε. Σημαντικό είναι μετά την εξέταση να μετρήσουμε με τη χρήση υπερήχων εάν μένουν ούρα στη κύστη. Υπολειπόμενο πάνω από 100ml θεωρείται παθολογικό και μπορεί να προκαλέσει ουρολοιμώξεις, ενώ σύγχρονες δείχνει ότι η κύστη δεν μπορεί να ολοκληρώσει τη φυσιολογική της λειτουργία, τη κένωση της κύστης. 
 
Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο σκοπός όλων των εξετάσεων είναι να διακρίνει ο γιατρός τον τύπο της ακράτειας ουρων, καθώς και το αίτιο αυτής, ώστε να μπορέσει να καθορίσει τη σωστή θεραπευτική στρατηγική.